Απόφοιτος Ιατρικής Σχολής Αθηνών, ΕΚΠΑ
•
Διδάκτωρ Ιατρικής Σχολής Αθηνών, ΕΚΠΑ
•
Επιστημονικός συνεργάτης Α' Ψυχιατρικής Κλινικής
Πανεπιστημίου Αθηνών, Αιγινήτειο Νοσοκομείο
•
Senior Scientist
National Institute of Health, US
•
Επισκέπτης ερευνητής
King's College London, UK
•
Ευρωπαϊκό Δίπλωμα Ομοιοπαθητικής
ΔΕΠΥ
•
Η ΔΕΠΥ, Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας, αποτελεί μία ψυχιατρική διάγνωση για την οποία η ψυχιατρική κοινότητα έχει στο παρελθόν δεχθεί ιδιαίτερα ισχυρή κρητική. Ο κύριος λόγος που αυτό συμβαίνει είναι το είδος της φαρμακευτικής παρέμβασης που εφαρμόζεται σε κάποιες από αυτές τις περιπτώσεις, ενδεχομένως από παιδικής ηλικίας. Αναφέρομαι φυσικά στη χρήση των διεγερτών, που στη χώρα μας περιορίζεται στη μεθυλφενιδάτη, και η οποία, καθότι ως φαρμακευτική κατηγορία έχει αποτελέσει ναρκωτικό για ψυχαγωγική χρήση, φαντάζει επικίνδυνη.
Πέραν της κοινής γνώμης η διάγνωση ΔΕΠΥ έχει δεχτεί κρητική και από ειδικούς ψυχικής υγείας καθώς το σύνηθες συμπεριφορικό μοτίβο των ΔΕΠΥ ερμηνεύεται ως τεμπελιά, φυγοπονία και ασέβεια.
Ή πραγματικότητα είναι πως τα άτομα σε αυτή τη νευροαναπτυξιακή κατηγορία υποφέρουν από εγγενείς δυσκολίες που τους επηρεάζουν τη λειτουργικότητα δυνητικά σε όλους τους τομείς της λειτουργικότητας, από τις κοινωνικές σχέσεις, τις συναισθηματικές αντιδράσεις, την καθημερινότητα έως και την εργασία. Ως αποτέλεσμα των δυσκολιών βιώνουν την αποτυχία, την απόρριψη και ενστερνίζονται την ιδέα της ανικανότητας για τον εαυτό τους ενώ ταυτόχρονα υιοθετούνται τακτικές αυτοθεραπείας που περιλαμβάνουν ψυχαναγκαστικότητα και λήψη ουσιών.
Οι συννοσήσεις με
ΔΕΠΥ είναι πολλές, η διαφοροδιάγνωση απαιτεί εμπειρία ενώ οι παρεμβάσεις πρέπει να προσαρμόζονται ανά περίπτωση και περιλαμβάνουν ψυχοεκπαίδευση, ψυχοθεραπεία, coaching και φάρμακα.